Ξέρεις κάτι μπαμπά…

Όλα άλλαξαν απ’ όταν έφυγες… Εσύ, εγώ, οι άλλοι! Τίποτα δεν είναι πια το ίδιο! “Οι περιστάσεις μας ανάγκασαν”, θα μου έλεγες τώρα αν ήσουν εδώ. Εν μέρη, ναι, μόνο που δεν φταίνε μόνο αυτές όπως πολύ καλά γνωρίζεις. Ξέρεις, μπαμπά, τα πάντα αντιστράφηκαν. Άλλαξαν διάθεση, ρυθμό, χρόνους… Έπαψα να τρέχω και να μην προλαβαίνω, όπως έκανα παλιά θυμάσαι; Τότε που ήμουν πιτσιρίκα κι έπρεπε να κάνω δέκα πράγματα μαζί γιατί έτσι μόνον ανέβαινε ο πήχης στα μάτια σου, έτσι σου αποσπούσα ψίχουλα απ’ τον χρόνο σου, έτσι ένιωθες περήφανος!

“Απαγορεύονταν τα λάθη, η ήττα, ο πόνος, απαγορευόταν να ζω σε φυσιολογικούς ρυθμούς και να μεγαλώνω όπως όλα τα κανονικά παιδιά”. Κι εγώ, το άμοιρο, αισθανόμουν πως ποτέ δεν κολλούσα με τους άλλους, νιώθοντας πάντα σαν μικρομέγαλο παιδί, δέκα χρόνια πιο μπροστά από το τέμπο του.

Όσο μεγαλώνω, οι παλμοί ανεβαίνουν, με απίστευτη ένταση. Τόσο, που νιώθω ότι χάνω τον έλεγχο.  Κι αρχίζω να θυμώνω, με μένα, μ’ εσένα, με τη μαμά, με όλους. Πώς στην ευχή με κάνατε έτσι; Καταλαβαίνω πως πρέπει να τιμώ την καταγωγή και τις αξίες μου. Με το κεφάλι πάντα ψηλά. Δίχως πισωγυρίσματα, δίχως ανασφάλειες, δίχως φοβίες! Φοβίες; Ναι, αυτές οι αμαρτωλές γκόμενες, που κλέβουν τα πολύχρωμα φτερά των ανοιξιάτικων πεταλούδων και μεταμφιέζονται σε ιέρειες του έρωτα, κάθε νύχτα στους δρόμους. Μεταμφιεσμένες με φορέματα φανταχτερά και δεκατετράποντες ψηλοτάκουνες γόβες, περπατούν περήφανες, κάνοντας θόρυβο, ίδιο μ’ εκείνον της Αναστάσιμης καμπάνας. Οι λυγερόκορμες ψυχές τους, λικνίζονται σαν αερικά στα πεζοδρόμια της κόλασης και της αμαρτίας, περιμένοντας για το γνωστό νταλαβέρι.

Όλα, ξέρεις, πως γίνονται για λίγα ψίχουλα απ’ το όνειρο και μια χούφτα ουρανό. Αιτία; Το προδομένο κατεστημένο που τις παγίδεψε, λεηλατώντας τους τη ζωή σε χρόνο ανύποπτο. Τώρα, βέβαια, η μπίζινα δουλεύει διαφορετικά. Ανέβηκε το επίπεδο!

Μόνον επί ίσοις όροις, υπογράφεις συμβόλαιο κι όλα αυτά γραπτώς, κατοχυρωμένα και ξεκάθαρα. Άλλωστε, εσύ μου τα ΄μαθες αυτά, θυμάσαι; ” Τα γραπτά μένουν”, έτσι, δεν έλεγες; Το θέμα είναι, πως όταν τα ζόρια πέφτουν σαν αλεξίπτωτα, οι απαντήσεις βρίσκονται σ’ αυτά, που δεν μου είπες και σ’ αυτά που δεν θεώρησες σκόπιμο να μου μάθεις. Τώρα, εγώ, καλούμαι να παίζω επιτραπέζια παιχνίδια του μυαλού, για να μπορέσω να βγάλω μιαν άκρη. Τα λάθη σου και τα λάθη μου, ή αλλιώς, τα λάθη μας, περιμένουν σε γραμμή προτεραιότητας, θέλοντας και πάλι να αναμετρηθούν. 

Δεν ξέρω αν θα μπορέσουμε ποτέ να φτιάξουμε έναν κανονικό ισολογισμό, να αποκτήσουμε ένα κοινό ταμείο. Δεν έχω ιδέα, για πόσο ακόμα θα φορολογούμαι για όλα όσα ονειρεύτηκα. Το ταξίδι είναι σίγουρα μεγάλο. Θα το απολαύσω με τους δικούς μου όρους, γιατί ξέρεις κάτι μπαμπά;  Οι νέοι όροι και οι προϋποθέσεις, έχουν απίστευτη θέα όταν τους βλέπεις από ψηλά!