Η ιστορία των τριών πριγκιπόπουλων από το Σερεντίπ, ένα περσικό παραμύθι που αφορά την ζωή του Βαράμη  Ε’, αυτοκράτορα της δυναστείας των Σασσανιδών της Περσίας που έζησε τον πέμπτο αιώνα μ.Χ., διαπνέει την δυτική σκέψη εδώ και πεντακόσια χρόνια, από την πρώτη μετάφραση από τα περσικά στα Ιταλικά από τον Cristoforo Armeno το 1548 που εκδόθηκε το 1557. Μέσα από διάφορες λογοτεχνικές διαδρομές, έφτασε να επηρεάσει τον Βολτέρο που προσάρμοσε την ιστορία στο διήγημα του “Ζαντίγκ” και αυτό με την σειρά του τον Έντγκαρ Άλαν Πόε που το χρησιμοποιεί στο μυθιστόρημα “Οι φόνοι της οδού Μοργκ”, θέτοντας της βάσεις ουσιαστικά για το μοντέρνο αστυνομικό μυθιστόρημα με ήρωες όπως τον Σερλοκ Χολμς του Άρθουρ Κόναν Ντόιλ αλλά και της επιστημονικής μεθόδου. Αυτό που κάνουν ουσιαστικά οι πρίγκηπες είναι μια απλοϊκή μορφή της επιστημονικής μεθόδου (Παρατήρηση, υπόθεση, συλλογή δεδομένων, ανάλυση και ερμηνεία των δεδομένων και συμπεράσματα).

Πως ένα απλό παραμύθι επηρέασε τόσο μεγάλα ονόματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας;

Σερεντίπ ήταν το περσικό όνομα της σημερινής Σρι Λάνκα, όπου κυβερνούσε ένας σπουδαίος και τρανός βασιλιάς, ο Τζαφάρ. Είχε τρεις γιους που τους λάτρευε και ήθελε να τους κληρονομήσει όχι μόνο την εξουσία του αλλά και όλες τις αρετές που μπορούσε ποτέ να χρειαστούν.

Έφερε στο παλάτι τους καλύτερους παιδαγωγούς για να τους εκπαιδεύσουν σε όλες τις επιστήμες και τις τέχνες, με τακτικές αναφορές για την επίδοση τους. Όταν οι παιδαγωγοί ικανοποιήθηκαν από το επίπεδο που έφτασαν οι πρίγκηπες, ο βασιλιάς αποφάσισε να περάσει το κάθε παιδί του από μια δοκιμασία. Τους κάλεσε ένα, ένα και ομολόγησε στον καθένα ξεχωριστά πως θα αφήσει τον θρόνο σε αυτόν. Και οι τρεις τους αρνήθηκαν, ομολογώντας την ανώτερη σοφία και καταλληλότητα του πατέρα τους για να βασιλεύει την χώρα. Ο βασιλιάς φυσικά ενθουσιάστηκε με την ωριμότητα των παιδιών του, αλλά ανησυχούσε ότι ίσως τους είχε μεγαλώσει υπερπροστατευτικά, οπόταν προσποιήθηκε θυμό και τους εξόρισε από την χώρα για να αποκτήσουν νέες εμπειρίες.

Ταξίδεψαν λοιπόν οι πρίγκηπες και έφτασαν στην Περσία, εκεί με την παρατηρητικότητα τους αναγνώρισαν σε ένα δρόμο χνάρια μιας καμήλας που δεν είχαν δει ποτέ τους. Παρατήρησαν πως η καμήλα πρέπει να ήταν κουτσή, τυφλή στο ένα μάτι, της έλειπε ένα δόντι, πάνω της καθόταν μια έγκυος γυναίκα και κουβαλούσε στην μια πλευρά μέλι και στην άλλη βούτυρο.

Προχωρώντας στην διαδρομή τους συνάντησαν έναν έμπορο που έψαχνε απεγνωσμένα μια καμήλα. Του περιέγραψαν την καμήλα που δεν είχαν δει και αυτός αμέσως του κατηγόρησε ότι την έκλεψαν, αφού τόσο καλά την ήξεραν. Τους πήρε μπροστά στον αυτοκράτορα της Περσίας τον Βεράμη, και απαίτησε την τιμωρία τους.

Ο αυτοκράτορας ρώτησε τότε τους πρίγκηπες πως συμπέραναν την απάντηση τους αφού όπως ισχυρίζονταν δεν είδαν ποτέ την καμήλα του εμπόρου. Οι πρίγκηπες απάντησαν:

  • Το χορτάρι ήταν φαγωμένο στην πλευρά του δρόμου που ήταν λιγότερο πράσινο, άρα η καμήλα έβλεπε μόνο στην μια πλευρά.
  • Υπήρχαν μπάλες χορταριού στον δρόμο και είχαν το μέγεθος δοντιού καμήλας, άρα θα πρέπει να έπεφτε από κει που έλειπε ένα δόντι.
  • Το χνάρια του ζώου έδειχναν τρία πόδια να πατούν και ένα να σέρνεται, άρα η καμήλα ήταν κουτσή.
  • Εκεί που έσταζε βούτυρο μαζεύονταν μυρμήγκια και εκεί που έσταζε μέλι μαζεύονταν μέλισσες.
  • Όσο για την γυναίκα, σε ένα σημείο, είπε ένας πρίγκηπας, το ζώο γονάτισε και είδαμε πατημασιά ανθρώπου. Κοντά στο σημείο είχε ούρα και τα μύρισα και ένιωσα πόθο, άρα τα ούρα ήταν γυναικεία.
  • Για το ότι ήταν έγκυος, άλλος πρίγκηπας είπε, εκεί που ουρούσε, είδα και αποτυπώματα χεριών, άρα έβαλε τα χέρια της να σταθεί, άρα δυσκολευόταν.

Στο σημείο αυτό της ανάκρισης, έφτασε ένας ταξιδιώτης και ανάφερε πως βρήκε την καμήλα στην έρημο. Τότε ο Βεράμης χάρισε την ζωή στους πρίγκηπες, τους στόλισε με πλούτη και τους διόρισε συμβούλους του.

Φυσικά η ιστορία συνεχίζεται, με τους συμβούλους του αυτοκράτορα πια να χρησιμοποιούν την οξυδέρκεια και την παρατηρητικότητα τους για το υπόλοιπο της ζωής τους.

Από τότε που βρέθηκε αυτό το απλοϊκό παραμύθι στα δυτικά φιλολογικά σαλόνια, έχει επηρεάσει αμέτρητες γενιές λογοτεχνών, είτε άμεσα είτε έμμεσα, στην εισαγωγή επαγωγικών και παραγωγικών συλλογισμών σαν εργαλείο πλοκής και εξαγωγής συμπερασμάτων. Επίσης εισήγαγε μια ολότελα καινούρια λέξη στην αγγλική γλώσσα “Serendipity”, το 1754 από τον Οράτιο Γουόλποουλ, όπου προσπαθούσε να περιγράψει την αστεία ιστορία των τριών διορατικών πριγκίπων που είχε διαβάσει. Το νόημα της στα ελληνικά μπορεί να αποδοθεί σαν ευτυχής συγκυρία αλλά χάνει νοηματικά. Η ευτυχής συγκυρία “είναι το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας που είναι μεν το επιθυμητό αλλά που δεν οφείλεται στην ικανότητα του ιδίου του ατόμου αλλά στην εύνοια της τύχης που μετέτρεψε λανθασμένες του ενέργειες σε επιτυχείς”1 .

Serendipity όμως είναι ουσιαστικά η απρόσμενη ανακάλυψη κάτι σπουδαίου, χωρίς να το έψαχνες εξαρχής, αλλά προϋποθέτει κατ’ εμέ την ικανότητα σου να το αναγνωρίσεις ως κάτι καινούριο και σπουδαίο και να το εκμεταλλευτείς. Παραδείγματα serendipity μπορούμε να βρούμε άπειρα στις επιστήμες, όπως η ανακάλυψη της πενικιλίνης από τον Αλεξάντερ Φλέμινγκ, του Teflon, του φούρνου μικροκυμάτων, ακόμα και της πλαστελίνης.

Ουσιαστικά καθημερινά βιώνουμε στιγμές serendipity· μπορεί να ακολουθούμε ένα πρόγραμμα, μια ρουτίνα αλλά ταυτόχρονα ζούμε σε έναν κόσμο με πολλούς άλλους συντελεστές. Οπόταν στο χέρι μας είναι αν θα παρατηρούμε και έξω απ’ αυτά που γυρεύουμε και τότε θα ανακαλύψουμε άλλα σπουδαία πράγματα, που μπορεί να μην τα ψάχναμε αλλά μας βρήκαν αυτά. Νέους ανθρώπους, νέα δεδομένα, νέες γνώσεις, ίσως νέες ανακαλύψεις. Και θα είναι πολύ σπουδαιότερα από αυτά που όντως ψάχναμε.

Σερεντιποίηση, η ατέρμονη διαδικασία του να ανακαλύπτεις πράγματα εκεί που δεν το περίμενες. Να εκπλήσσεσαι σαν παιδί κάθε μέρα, σαν να είναι η πρώτη μέρα μα και η τελευταία.