Ποια ερμηνεία να δώσεις σ’ αυτή την λέξη; Αυτήν που περιγράφει το τι είσαι ή μάλλον καλύτερα, αυτό που νιώθεις.

Πώς μαζεύει η λέξη τούτη το νόημα; Ποιος είμαι; Που ανήκω; Ή ακόμα εν τέλει, όντως ανήκω;

Παράταιρος θα πει, λέει το λεξικό, αυτός που δεν ταιριάζει. Με ποιον όμως και που;

Θα ήταν καλύτερη η λέξη απροσάρμοστος, ίσως; Μα προσαρμόζεσαι, κυλάς με τη ρουτίνα και τις ροές των άλλων, απλά το ξέρεις, το νιώθεις πως δεν ανήκεις. Δεν είσαι το ίδιο μ’ αυτούς. Δεν το κάνεις με την όρεξή σου, δεν σε εκφράζει, το “ανήκειν” εκεί, ξένο γάντι και στενό. Το κάνεις επειδή πρέπει, επειδή έτσι είναι ο κόσμος, επειδή αυτό κάνουν όλοι. Σαν κοινωνικός χαμαιλέοντας, που αλλάζει χρώμα όπου βρεθεί, έτσι κι εσύ προσαρμόζεσαι εκεί που είσαι. Αλλάζεις χρώματα, ομιλία, τόνο και ταιριάζεις. Ταιριάζεις, όμως;

Το ξέρεις πάντα και το νιώθεις από πάντα μέσα σου, πως δεν είσαι όπως οι άλλοι. Όχι με τον κοινότυπο τρόπο, τον ανθρωπιστικό, πως είμαστε όλοι διαφορετικοί. Τον δικό σου ενδόμυχο, που λέει η μικρή φωνούλα μέσα σου. Αυτή που σε λέει υποκριτή, αυτή που σε λέει ηθοποιό, αυτή που σου λέει πως ότι έχεις καταφέρει είναι ψέμα και πλαστό και κάποτε θα σε ανακαλύψουν, θα σε διώξουν και θα σε εκδικηθούν, που τόλμησες να πλασαριστείς σαν ένας απ’ αυτούς.

Σταματάς, αναμετράς ότι έχεις καταφέρει στη ζωή σου, το ζυγίζεις, το συγκρίνεις, πρόσκαιρα εφησυχάζεσαι πως δεν είσαι ψεύτικος, πως όλα αυτά είναι αληθινά. Μέχρι να ξαναρχίσει η μικρή φωνούλα μέσα σου να ψιθυρίζει, πάλι. Και ξαναρχίζεις τον μαύρο κύκλο της αναστήλωσής σου, σαν άλλος Σίσυφος, να σπρώχνεις το βάρος του κόσμου, όλου, να ανέβει το βουνό της κατάκτησης. Για να ξαναπέσει μετά πάνω σου, να σε πλακώσει. Πόσες λέξεις να υπάρχουν, άραγε, να περιγράφουν αυτό που ζεις; Πόσες διαγνώσεις επιστημονικές και μη; Πώς αλλάζουν τα πράγματα, αν έχεις μια λέξη τα περιγράφει; Αλλάζουν;

Συνηθίζεις, όμως, το κάνεις μια ζωή και συνηθίζεις. Κρατάς πάντα ένα παραθυράκι ανοικτό, να μπαίνει το κρυφό φως, να σε ζεσταίνει, να σε φωτίζει, να σου λέει τρυφερά “Κι αυτό θα περάσει”. Υπομονή, μια άλλη λέξη που έκανες δική σου, υπομονή, λοιπόν…