Η ελαιογραφία, «Η Εμμονή της Μνήμης» (καταλανικά: La persistència de la memòria) δημιουργήθηκε  το 1931 από τον καλλιτέχνη Σαλβαδόρ Νταλί και είναι ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα έργα του σουρεαλισμού. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην γκαλερί Julien Levy το 1932, και από το 1934 ο πίνακας βρίσκεται στη συλλογή του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης (MoMA) στη Νέα Υόρκη, το οποίο τον παρέλαβε από έναν ανώνυμο δωρητή. Το άρθρο αυτό θα αναφερθεί στο πως εμπνεύστηκε ο καλλιτέχνης αυτό το αριστούργημα, και θα αναλύσει τα εικονιζόμενα του στοιχεία.  

Την περίοδο που ο Σαλβαδόρ Νταλί δημιούργησε τον πίνακα, η Ισπανία υπέφερε από μεγάλη πολιτική αστάθεια. Η χώρα βίωνε τις πρώτες απαρχές της Δεύτερης Ισπανικής Δημοκρατίας, η οποία σύντομα διαταράχθηκε από τον Εμφύλιο Πόλεμο το 1936. Η Ισπανία γνώρισε μια περίοδο μεγάλης φτώχειας, ανάμεσα σε δύο ολοκληρωτικά καθεστώτα: μοναρχία και δικτατορία. Πριν από αυτό, ο Μεγάλος Πόλεμος αποκάλυψε μια άνευ προηγουμένου βαρβαρότητα, την οποία απορρίπτει μια νέα γενιά καλλιτεχνών. Από αυτή τη βαθιά αηδία γεννιέται το πνεύμα του Ντανταϊσμού. Η ομάδα απορρίπτει τους συμβατικούς ορισμούς της τέχνης και των παραδόσεων της. Αυτή η ιδέα ζει μέσα από τον σουρεαλισμό, τον οποίο ο ιδρυτής του André Breton ορίζει ως «έναν καθαρό ψυχικό αυτοματισμό, απουσία οποιουδήποτε ελέγχου που ασκείται από τη λογική» (Manifesto of Surrealism,1924). Προφανώς, ο σουρεαλισμός είναι βαθιά εμπνευσμένος από την ψυχανάλυση. Θέματα όπως το ασυνείδητο, τα όνειρα, ο χρόνος και ο θάνατος διερευνώνται στο διεπιστημονικό κίνημα. Ο Σαλβαδόρ Νταλί εντάχθηκε στους Σουρεαλιστές το 1929 αφού γνώρισε μερικά μέλη της ομάδας, χάρη στον Μιρό. Την εποχή που ζωγραφίζει το αριστούργημα του  Η Εμμονή της Μνήμης (αγγλ. The Persistence of Memory) ο Νταλί αναδομεί τον εαυτό του, τόσο προσωπικά όσο και καλλιτεχνικά. Εξερευνά πλήρως τη σουρεαλιστική περίοδο του.

Η ιδέα για τον πίνακα του ήρθε όταν η Gala, η σύζυγος του και κάποιοι φίλοι του ήταν έξω στον κινηματογράφο. Ο Νταλί κατέληξε να κάθεται μόνος στη μέση μιας παράξενα ήσυχης κουζίνα, και στο κέντρο του πιάτου του, το λιωμένο τυρί καμαμπέρ (camembert) του τράβηξε το μάτι. Ο καλλιτέχνης άφησε τότε το μυαλό του να περιπλανηθεί και κατέφυγε σε μια καλλιτεχνική τεχνική δικής του δημιουργίας: την παρανοϊκή-κριτική μέθοδο. Όπως έγραψε η Dawn Adès, η Αγγλίδα ιστορικός τέχνης «Τα μαλακά ρολόγια είναι ένα ασυνείδητο σύμβολο της σχετικότητας του χώρου και του χρόνου, ένας σουρεαλιστικός διαλογισμός για την κατάρρευση των αντιλήψεών μας για μια σταθερή κοσμική τάξη».

Ακολουθεί σύντομη ανάλυση των στοιχείων του πίνακα:

  1. Τα τρία μαλακά ρολόγια συμβολίζουν τον χρόνο, που είναι σχετικός, στην κίνηση. Όπως και στα όνειρά μας, παρελθόν, παρόν και μέλλον συνυπάρχουν και λειτουργούν σε συνέργεια. Κάθε ρολόι τοποθετείται σε διαφορετική επιφάνεια και αντιπροσωπεύει αυτές τις τρεις προσωρινότητες.
  2. Τα μυρμήγκια εισβάλλουν στο συμπαγές ρολόι και συμβολίζουν την αποσύνθεση και τον θάνατο. Ο ζωγράφος έκανε αυτόν τον σύνδεσμο ως παιδί, όταν παρατήρησε τα μυρμήγκια να συρρέουν πάνω από τα υπολείμματα μιας νυχτερίδας.
  3. Ένα παράξενο αντικείμενο —ή, μάλλον, χαρακτήρας— είναι ξαπλωμένο στο έδαφος και θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει τον ζωγράφο ή τον εσωτερικό κόσμο και την ονειρική φύση του.
  4. Ο καθρέφτης ενσαρκώνει την αστάθεια καθώς αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα καθώς και το φανταστικό.
  5. Η ελιά, σύμβολο της σοφίας, είναι ξερή, νεκρή. Είναι σημάδι του παρελθόντος.
  6. Η λαμπερή θάλασσα συμβολίζει τη μνήμη και την πραγματικότητα. Έρχεται σε αντίθεση με το σκοτεινό προσκήνιο που θυμίζει έναν φανταστικό και συντριπτικό κόσμο.
  7. Τα βουνά είναι ριζωμένα στο έδαφος όπως είναι στη μνήμη του ζωγράφου. Ανήκουν στα παιδικά χρόνια του ζωγράφου.
  8. Το αυγό είναι το σύμβολο της γέννησης και, επομένως, της ανανέωσης.