Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες (Gabriel Garcia Marquez) θεωρείται ο σπουδαιότερος αντιπρόσωπος  του λογοτεχνικού ρεύματος του «Μαγικού Ρεαλισμού», λογοτεχνικό κίνημα που  εντάσσει αρμονικά το μεταφυσικό και το ανεξήγητο μέσα στην πραγματικότητα. Ο συγγραφέας βραβεύτηκε με βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1982 και θεωρείται ο μεγαλύτερος ισπανόφωνος συγγραφέας παγκοσμίως.

Γεννήθηκε στη μικρή πόλη, Aracataca της Κολομβίας στις 6 Μαρτίου 1927 όπου μεγάλωσε με τον παππού και τη γιαγιά του. Το 1940 ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες φοίτησε σε κολέγιο Ιησουιτών όπου άρχισε να διαβάζει νομικά και έγραφε στην εφημερίδα του κολλεγίου σατιρικούς στίχοι για να διασκεδάζει τους συμμαθητές του. Το 1943 έδωσε εξετάσεις στο Υπουργείο Παιδείας για τον «Εθνικό διαγωνισμό υποτροφιών», πέρασε τις εξετάσεις και έτσι κατάφερε να πάρει υποτροφία για το «Εθνικό Λύκειο Αρρένων» στην Zipaquira. Οι καλοί  βαθμοί, οι πρωτιές και τα βραβεία ήρθαν χωρίς μόχθο από μέρους του, ωστόσο εκείνος ήταν  αφιερωμένος στη λογοτεχνία και ιδιαίτερα στην ποίηση. Οι σπουδές του διακόπηκαν για τη δουλειά του ως δημοσιογράφος.

Το πρώτο του διήγημα δημοσιεύτηκε το 1947 σε μεγάλη εφημερίδα της πρωτεύουσας Μπογκότα με ονομασία EL Espectador, χαρίζοντάς του τον τίτλο του πολλά υποσχόμενου συγγραφέα. Το διήγημα αυτό ήταν «Η τρίτη παραίτηση» και πρόκειται για την ιστορία ενός αγοριού που πεθαίνει 7 χρονών αλλά εξακολουθεί να βρίσκεται σε μια κατάσταση ‘‘νεκροζώντανου’’ για τα επόμενα 18 χρόνια. Ενθαρρυμένος από το αγκάλιασμα των αναγνωστών έγραψε τα διηγήματα «Η Εύα βρίσκεται μέσα στο γάτο της» και «Ο Τουμπάλ Κάιν πλάθει ένα αστέρι». Το 1954 στάλθηκε στη Ρώμη σε μια αποστολή για την εφημερίδα που εργαζόταν και από τότε έζησε ως επί το πλείστων στο εξωτερικό, στο Παρίσι, τη Νέα Υόρκη, τη Βαρκελώνη και τέλος στο Μεξικό, όπου έζησε εκεί μέχρι και τον θάνατο του.

Το  1958 παντρεύτηκε την από χρόνια αγαπημένη του Μερσέδες Μπάρτσα Πράδο και απέκτησαν μαζί τρία παιδιά. Όλα τα επόμενα χρόνια τα περάσαν μαζί και αγαπημένοι, και μάλιστα ο συγγραφέας την ενσωμάτωσε στον λογοτεχνικό του κόσμο, αφού σε τρία βιβλία του υπάρχει αυτούσια η μορφή της και τα συναισθήματά του γι’ αυτήν, ενώ της αφιέρωσε άλλα δύο.

Το 1965 αφιερώθηκε στο γράψιμο του αριστουργήματός του «Εκατό Χρόνια Μοναξιάς» όπου  επί ένα χρόνο δούλευε καθημερινά για περίπου 8 ώρες, κλεισμένος στο γραφείο του. Το 1967 κυκλοφόρησε η πρώτη έκδοση και το βιβλίο εξαντλήθηκε σε μια βδομάδα. Ο Μάρκες έκανε μια περιοδεία σε χώρες της Λατινικής Αμερικής για να προωθήσει το βιβλίο, και αμέσως μετά  εγκαταστάθηκε  μόνιμα στη Βαρκελώνη με την οικογένεια του, όπου ήταν πλέον το κέντρο των εκδοτικών του δραστηριοτήτων. Άλλα σπουδαία έργα του είναι τα ακόλουθα: «Το φθινόπωρο του Πατριάρχη» (1975), «Χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου» (1981),  «Ο έρωτας τα χρόνια της χολέρας»(1985).

Ο Gabriel García Márquez δουλεύει στο «Εκατό χρόνια μοναξιάς», 1965. Φωτογραφία από τον Guillermo Angulo

Ο Μάρκες εργάστηκε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του ως δημοσιογράφος και σεναριογράφος. Υπήρξε φίλος του Φιντέλ Κάστρο και για μεγάλο χρονικό διάστημα του είχε απαγορευτεί η είσοδος στις Η.Π.Α, λόγω της στήριξής του σε αριστερά καθεστώτα που ήταν ενάντια σε αυτές. Ο πρόεδρος της Κολομβίας Χουάν Μανουέλ Σάντος έχει αποκαλέσει τον Μάρκες «τον μεγαλύτερο Κολομβιανό που έζησε ποτέ».  

Πέθανε σε ηλικία 87 ετών, το 2014 νικημένος από τον καρκίνο.