Και ποιος δε γνωρίζει την Χριστουγεννιάτικη Ιστορία που πρωτοδημοσιεύτηκε στις 19 του Δεκέμβρη του 1843 από τον περίφημο Άγγλο συγγραφέα Κάρολο Ντίκενς. Η ιστορία έχει να κάνει με τον Εμπενίζερ Σκρουτζ και την επίσκεψη που δέχτηκε τη παραμονή Χριστουγέννων από το πνεύμα του συνεταίρου τουΤζέικομπ Μάρλεϊ, με σκοπό να τον προειδοποιήσει για την άφιξη των τριών Πνευμάτων των Χριστουγέννων. 

A Christmas Carol by Charles Dickens (1843)

Αλλά ας πάμε στον κεντρικό ήρωα της νουβέλας, τον Εμπενίζερ Σκρουτζ, ο οποίος είναι ένας τσιγκούνης γέρος που μισεί τα Χριστούγεννα γιατί τα θεωρεί χάσιμο χρόνου και χρημάτων, ενώ φροντίζει να μην δείχνει καμία συμπόνια στους συνανθρώπους του. Την παραμονή Χριστουγέννων δέχεται επίσκεψη από το φάντασμα του πρώην συνεταίρου του, Τζέικομπ Μάρλεϊ, ο οποίος τον προειδοποιεί να αλλάξει χαρακτήρα, να γίνει καλοσυνάτος και φιλάνθρωπος ώστε να μη καταντήσει σαν αυτόν, για  πάντα εγκλωβισμένος με τα δεσμά που δημιούργησε ο ίδιος όσο ζούσε. Επίσης τον ενημέρωσε για την άφιξη των τριών Πνευμάτων των Χριστουγέννων: :του παρελθόντος, του μέλλοντος και του παρόντος. 

Το πρώτο πνεύμα είναι το Πνεύμα του Παρελθόντος των Χριστουγέννων, το οποίο μας δείχνει τα παιδικά χρόνια του πρωταγωνιστή μας και βάση με αυτά που διαβάζουμε μεγάλωσε σε μία οικογένεια χωρίς αγάπη και στοργή. Έζησε τα παιδικά του χρόνια μακριά από την οικογένεια του σε ένα κρύο απομονωμένο σχολείο. Από το μόνο άτομο που πήρε αγάπη ήταν η μικρότερη του αδερφή.  Αργότερα τον οδηγεί στη στιγμή της ζωής του όπου ενήλικας πια, εγκατέλειψε την πρώτη του αγάπη λόγω της απληστίας του.

Το δεύτερο Πνεύμα του Παρόντος, δείχνει την άθλια οικονομική κατάσταση που ζει ο υπάλληλος του πρωταγωνιστή μας και τον άρρωστο γιο του, Τιμ, ο οποίος ο Στρουτζ παρόλα τα χρόνια που εργάζεται κοντά του, δεν γνώριζε για την κατάσταση του. Σε μια κρίση συναισθήματος ο Σκρουτζ ρώτα το πνεύμα αν τελικά το παιδί θα ζήσει και το πνεύμα του αφήνει να εννοηθεί πως ο μικρός Τιμ πρόκειται να πεθάνει. 

Έπειτα το πνεύμα τον μεταφέρει στο σπίτι του γιου της αδερφής του Στρουτζ όπου εκεί βλέπει τον ανιψιό του να τον χλευάζει για την άσχημη συμπεριφορά του. Η τελευταία στάση τους είναι στο σπίτι της πρώτης του αγάπης, όπου Στρουτζ την βλέπει πλέον ευτυχισμένη με τον σύζυγο της και τα παιδιά της.

Το τρίτο Πνεύμα του Μέλλοντος είναι το πιο τρομακτικό καθώς εμφανίζεται μαυροφορημένο και με κρυμμένο πρόσωπο. Παραπέμπει τον Στρουτζ στον μέλλον που θα έχει αν συνεχίζει να συμπεριφέρεται κακόβουλα και το μέλλον του φαίνεται να είναι ο θάνατος του ανήμερα των Χριστουγέννων. Κανένας δεν πηγαίνει στην κηδεία του και τα υπάρχοντα το σπίτι του, τα κλέβουν οι υπηρέτες του σαν γύπες ώστε να τα πουλήσαν.

Εν τέλει, τα Πνεύματα των Χριστουγέννων τον ταρακουνούν και ο Εμπενίζερ  Στρουτζ αλλάζει τρόπο σκέψης. Αρχίζει να υπεραγαπά τα Χριστούγεννα και συνάμα τους συνανθρώπους του, βοηθά  τον μικρό Τίμ οικονομικά για την εγχείρηση στο πόδι και τελικά σώζεται η ζωή του. Συνάμα δίνει αύξηση στον υπάλληλο του. Το βιβλίο κλείνει με όλο τον κόσμο να αγαπά τον Στρουτζ για την καλοσύνη του και  την συμπόνια του. Και κάπως έτσι τελειώνει αισιόδοξα το βιβλίο μας.

Την εποχή που έγραφε τη νουβέλα ο Κάρολος Ντίκενς ήταν σε άθλια οικονομική κατάσταση και περιγράφοντας την άσχημη οικονομική κατάσταση που είχαν οι ήρωες του βιβλίο του εν μέρει περιέγραφε την δική του. Την εποχή εκείνη ήταν η βιομηχανική επανάσταση στην Αγγλία και ο καπιταλισμός άρχιζε να θερίζει από τότε.

Η Χριστουγεννιάτικη Ιστορία αγαπήθηκε πάρα πολύ από τον κόσμο με αποτέλεσμα να μεταφερθεί στον κινηματογράφο και το θέατρο πολυάριθμες φορές και με διαφορες παραλλαγές. 

Έχουν περάσει τόσοι αιώνες από τότε που έχει γραφτεί η Χριστουγεννιάτικη Ιστορία παρόλα αυτά δεν παύει να ζεσταίνει τις καρδιές μας κάθε χρόνο. Ο Κάρολος Ντίκενς πίστευε σε μία «φιλοσοφία Χριστουγέννων», δηλαδή ότι το πνεύμα των Χριστουγέννων πρέπει να κυριαρχεί όλο τον χρόνο στις σχέσεις των ανθρώπων. Η αλλαγή στον χαρακτήρα του Εμπενίζερ Στρουτζ δίνει πνοή ελπίδας ότι ο άνθρωπος μπορεί να αλλάξει και να γίνει καλύτερος όταν το θελήσει. Το ηθικό δίδαγμα του βιβλίου είναι πως πρέπει να βοηθούμε τον πλησίον μας ‘οταν έχει ανάγκη, και όχι μόνο τα Χριστούγεννα, προσθέτω εγώ.