Δεν είναι όλοι όσοι γράφουν ποιήματα ποιητές. Και δεν είναι ανάγκη να έχεις εκδώσει μια συλλογή για να είσαι. Η ποίηση δεν είναι επάγγελμα — είναι τρόπος θέασης. Είναι το πρίσμα μέσα από το οποίο ορισμένοι άνθρωποι αντικρίζουν τον κόσμο, σαν να κοιτούν μέσα από ένα γυαλί που αποκαλύπτει τις λεπτομέρειες που οι άλλοι προσπερνούν.
Ο ποιητής νιώθει βαθύτερα, παρατηρεί περισσότερο και σιωπά συχνότερα. Μπορεί να σταθεί για λεπτά ολόκληρα κοιτάζοντας ένα λουλούδι να γέρνει από τον άνεμο, όχι γιατί δεν έχει κάτι καλύτερο να κάνει, αλλά γιατί ξέρει πως μέσα σ’ αυτό το απλό σκηνικό κρύβεται ένας μικρός κόσμος. Για τον ποιητή, ακόμη και η σιωπή έχει φωνή.
Ποίηση δεν είναι μόνο οι λέξεις. Είναι και η σιωπή ανάμεσά τους. Είναι ο τρόπος που η ζωή ψιθυρίζει τα μεγάλα της μυστικά σε όποιον την ακούει προσεκτικά. Είναι η τόλμη να αγγίξεις το άφατο, να περιγράψεις το ανείπωτο, να μιλήσεις για το απλό με τρόπο που μοιάζει ιερός.
Να είσαι ποιητής σημαίνει να ζεις με ανοιχτή πληγή, να νιώθεις τις χαρές και τις λύπες του κόσμου σαν να ήταν δικές σου. Σημαίνει να γράφεις όχι για να εντυπωσιάσεις, αλλά για να γλυκάνεις τη μοναξιά, να φωτίσεις το σκοτάδι, να θυμίσεις στον άλλο ότι δεν είναι μόνος.
Η ποίηση δεν προσφέρεται για εξηγήσεις. Είναι το αντίθετο της εξήγησης — είναι η διαίσθηση, το αίσθημα, η ανάσα. Είναι το χαμόγελο που δεν έχει λόγο και το δάκρυ που δεν χρειάζεται αιτία. Είναι η απάντηση σε ερωτήσεις που κανείς δεν τόλμησε να κάνει.
Στην εποχή της ταχύτητας και του εντυπωσιασμού, ο ποιητής παραμένει ένας αργός ταξιδευτής. Δεν βιάζεται να φτάσει. Ξέρει πως η ουσία βρίσκεται στο βλέμμα, στην παύση, στη ρωγμή. Γιατί εκεί, μέσα στην ατέλεια, ανθίζει το αληθινό.
Η τέχνη να είσαι ποιητής δεν είναι μια τέχνη που μαθαίνεται. Είναι μια τέχνη που θυμάσαι. Κάθε φορά που σωπαίνεις για να ακούσεις. Κάθε φορά που κοιτάς τον κόσμο όχι όπως είναι, αλλά όπως θα μπορούσε να είναι.