Με τη στροφή προς την κλασική αρχαιότητα κατά την περίοδο της Αναγέννησης, οι καλλιτέχνες άρχισαν να ζωγραφίζουν σκηνές από τη μυθολογία και ιστορία, συχνά για να ευχαριστήσουν πελάτες που ήθελαν να επιδείξουν τις γνώσεις τους στα αρχαία κείμενα. Η Ελληνική Μυθολογία υπήρξε ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης για τους καλλιτέχνες.
Το γεγονός πως οι συνθέσεις με θέμα τη μυθολογία ήταν φανταστικές, επέτρεπε στους καλλιτέχνες να ζωγραφίσουν γυμνά, που σε άλλη περίπτωση θα θεωρούνταν υπερβολικά τολμηρά για την τότε εποχή. Επίσης η ζωγράφοι δεν ακολουθούσαν πιστά τα αρχαία κλασικά κείμενα. Άλλαζαν την εμφάνιση των χαρακτήρων και τα σκηνικά, ώστε να τους κάνουν πιο οικείους στους θεατές. Για παράδειγμα, στους παρακάτω πίνακες, όπου πρωταγωνιστούν ήρωες από την Ελληνική Μυθολογία: ο Νάρκισσος και η Αφροδίτη φορούν κοσμήματα και ρούχα της εποχής, ενώ ο Απόλλων κυνηγά τη Δάφνη σε τοποθεσία γνήσια Ιταλική.



Τον 15ο αιώνα, οι περισσότεροι ιστορικοί πίνακες ήταν μικρού μεγέθους, όπως τους προαναφερόμενους πίνακες και ο κόσμος αγόραζε σε ειδικές περιπτώσεις, όπως ένας γάμος. Όμως από το 16ο αιώνα και μετά άρχισαν να αποκτούν μεγαλύτερες διαστάσεις. Τα μεγάλα ορθογώνια έργα διακοσμούσαν επιφάνειες επίπλων, όπως ένα σεντούκι ή την πλάτη ενός κρεβατιού. Αυτό το είδος ζωγραφικής είναι γνωστό ως spalliera panels και τα θέματα προέρχονταν από την ιστορία και μυθολογία. Συχνά τα έργα ήταν πολλά ώστε να γίνεται αφήγηση κατά στάδια και να διασκεδάζουν τον θεατή, με πάντα ένα ηθικό δίδαγμα. Επίσης, μερικές φορές τα έργα φιλοτεχνούνταν σε τοίχους μεγάλων επαύλεων και ανακτόρων. Όπως το έργο του Τιτσιάνο Βετσέλιο «Βράκχος και Αριάδνη» (1521-23) είναι καμωμένο για τον πύργο του Ιταλού Δούκα Αλφόνσο ντ’ Εστέ, ο οποίος ήθελε να αναπλάσει μια αρχαιοελληνική στοά με ζωγραφιές. Έτσι ζήτησε από τον Τιτσιάνο να συμβουλευτεί κείμενα της ελληνικής μυθολογίας.
Η σκηνή αφηγείται ορισμένα σημεία της ιστορίας αγάπης του θεού Διονύσου και της Αριάδνης: αριστερά η Αριάδνη (κόρη του βασιλιά Μίνωα της Κρήτης και της Πασιφάης) παρακολουθεί ξαφνιασμένη τον εραστή της, τον Θησέα (υιός τού Αιγέα, βασιλιά των Αθηνών), να απομακρύνεται με το πλοίο του. Ενώ τα τρομαγμένα της μάτια της συναντούν τα μάτια του Βράκχου (προσωνυμία του θεού Διονύσου), του θεού του κρασιού (φοράει στεφάνι με κληματόφυλλα), ο οποίος είναι και ο νέος της εραστής. Το πάθος του θεού για την πριγκίπισσα είναι εμφανές στην εικόνα, καθώς κατεβαίνει βιαστικά από το άρμα του. Τα άστρα στον ουρανό αναφέρονται στο τέλος της ιστορίας, όπου ο Βράκχος μετατρέπει το στέμμα του της Αριάδνης σε αστερισμό, για να την κάνει αθάνατη.
Ο περίφημος Ιταλός ζωγράφος Σάντρο Μποτιτσέλι (1445-1510) ίσως είναι ο πιο γνωστός καλλιτέχνης για τα έργα του με θέματα από την μυθολογία.
Πάμε να δούμε την ανάλυση του έργου «Αφροδίτη και Άρης» (1485) του Σάντρο Μποτιστέλι από τους Ιστορικούς Τέχνης Rossie Dickins και Mari Griffith:
Το έργο του «Αφροδίτη και Άρης» (1485) απεικονίζει τους δύο εραστές, την θεά της ομορφιάς, Αφροδίτη και τον θεό του πολέμου, Άρη μαζί με δύο μικρούς φαύνους (πλάσματα της μυθολογίας με κορμό ανθρώπου και ποδιά τράγου) να παίζουν γύρω του. Στην μυθολογία, οι φαύνοι παρουσιάζονται άγριοι και κακόβουλοι, όμως ο Μποτιτσέλι τους εμφανίζει σαν μικρά παιδιά που μοιάζουν νάνοι δίπλα στα όπλα του Άρη (άρα δεν είναι απειλητικοί). Η μαργαριτένια πόρπη που φορεί στο λαιμό της η Αφροδίτη την κάνει αναγνωρίσιμη στον θεατή καθώς τα μαργαριτάρια είναι το έμβλημα της (αναδύθηκε/γεννήθηκε από ένα όστρακο). Ενώ οι αειθαλές μυρτιές πίσω της είναι το ιερό φυτό της θεάς, καθώς συμβολίζουν τον διαρκή έρωτα. Ενώ ο Άρης αναγνωρίζεται από τα όπλα του.
Επιπλέον, ο Άρης κοιμάται ενώ η Αφροδίτη είναι σε εγρήγορσή, ενσαρκώνοντας την μεγάλη αντίθεση του θηλυκού με του αρσενικού, την αντίθεση του πόλεμου με τον έρωτα. Ο Άρης αφοπλίζεται από την θεά του Έρωτα, η οποία παρακολουθεί τους φαύνους και αυτό το στοιχείο αφήνει να εννοηθεί πως το ηθικό δίδαγμα του έργου είναι: Ο έρωτας είναι ισχυρότερος από τον πόλεμο.
Δεν είναι γνωστό για ποιον φιλοτεχνήθηκε ο πίνακας αλλά οι σφήκες (ιταλικά:vespa) γύρω από το κεφάλι του Άρη αποτελούν έμβλημα της αριστοκρατικής οικογένειας της Φλωρεντίας των Βεσπούσι (Vespucci), για την οποία εργάστηκε ο Μποτιτσέλι και ίσως το έργο να προοριζόταν σαν δώρο γάμου. Δεν υπάρχει όμως καμία καταγραφή, έτσι δεν αποκλείεται οι σφήκες να υπενθυμίζουν ότι ο έρωτας κάποιες φορές συνοδεύεται με το ‘‘κεντρί’’ της οδύνης.
Πηγή: Εισαγωγή στην Τέχνη-Σε συνεργασία με την Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου, Rossie Dickins & Mari Griffith, 2005, Εκδόσεις Άγκυρα