Ο Μανιερισμός, που προέρχεται από την ιταλική λέξη maniera, σημαίνει «τρόπος» ή «στυλ» και αναφέρεται στο καλλιτεχνικό στυλ που κυριάρχησε στην Ιταλία από το τέλος της Υψηλής Αναγέννησης τη δεκαετία του 1520 έως τις αρχές του μπαρόκ στυλ γύρω στο 1590. Το μανιεριστικό στυλ ξεκίνησε από τη Φλωρεντία και τη Ρώμη και εξαπλώθηκε στη βόρεια Ιταλία και εν τέλει κατέληξε σε μεγάλο μέρος της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά γύρω στα τέλη του 18ου αιώνα από τον Ιταλό αρχαιολόγο Luigi Lanzi για να ορίσει τους καλλιτέχνες του 16ου αιώνα που ήταν οι ακόλουθοι των μεγάλων δασκάλων της Αναγέννησης.
Ο Μανιερισμός στη τέχνη προέκυψε ως αντίδραση στον αρμονικό κλασικισμό της τέχνης της Υψηλής Αναγέννησης, όπως εφαρμόστηκε από τον Leonardo da Vinci, τον Michelangelo και τον Raphael στις δύο πρώτες δεκαετίες του 16ου αιώνα. Η απεικόνιση του ανθρώπινου γυμνού και τα πρότυπα της μορφικής πολυπλοκότητας είχαν τεθεί από τον Michelangelo και ο κανόνας της ιδεαλισμένης ομορφιάς από τον Raphael, αλλά σε αντίθεση στο έργο των Μανιεριστών, η εμμονή με το στυλ και την τεχνική στη σχηματική σύνθεση συχνά υπερίσχυε της σημασίας και του νοήματος του θέματος. Ενώ η τέχνη της Υψηλής Αναγέννησης δίνει έμφαση στην αναλογία, την ισορροπία και την ιδανική ομορφιά, ο Μανιερισμός υπερβάλλει σε τέτοιες ιδιότητες, με αποτέλεσμα συχνά οι συνθέσεις να είναι ασύμμετρες ή αφύσικα κομψές. Οι μορφές στα έργα του μανιερισμού έχουν συχνά χαριτωμένα αλλά παράξενα επιμήκη άκρα, μικρά κεφάλια και στυλιζαρισμένα χαρακτηριστικά του προσώπου, ενώ οι στάσεις τους φαίνονται δύσκολες ή επινοημένες.
Στοιχεία μανιερισμού είναι ήδη παρόντα σε ορισμένους από τους μεταγενέστερους πίνακες του Ραφαήλ που φιλοτέχνησε στη Ρώμη, με πιο σημαντικό τον πίνακα «Μεταμόρφωση» (1517–20), που απεικονίζει τη Μεταμόρφωση του Χριστού.

Επίσης, ο Μιχαήλ Άγγελος (1475-1564) ήταν από τα σπουδαία πρότυπα του Μανιερισμού και νέοι καλλιτέχνες εισέβαλαν στο σπίτι του και έκλεψαν σχέδια από αυτόν αναφέρει στο βιβλίο του «Βίοι των πιο επιφανών ζωγράφων, γλυπτών και αρχιτεκτόνων», ο ιστορικός Giorgio Vasari. Ο Μιχαήλ Άγγελος συχνά συνδέεται με τον Μανιερισμό με τα μεταγενέστερα έργα του, ειδικά στη γλυπτική και την αρχιτεκτονική, αν και η συμβολή του είναι σύνθετη και δεν εντάσσεται απόλυτα σε ένα μόνο στυλ.
Κατά την περίοδο από το 1515 έως το 1524, οι Φλωρεντινοί ζωγράφοι Rosso Florentino (1495-1540) και Jacopo da Pontormo (1494-1557) αποσχίστηκαν από τον αναγεννησιακό κλασικισμό και ανέπτυξαν ένα εκφραστικό, συναισθηματικά ταραγμένο στυλ στις θρησκευτικές τους συνθέσεις. Μεταξύ των πιο αξιοσημείωτων από αυτά τα πρώιμα έργα μανιερισμού του Rosso είναι το «Visdomini altarpiece» (1518) στην εκκλησία του San Michele Visdomini στη Φλωρεντία, η «Αποκαθήλωση» (1521) και «Νεκρός Χριστός με Αγγέλους» (περίπου 1526).
Δες τα έργα πιο κάτω:
Επίσης, στη Ρώμη οι καλλιτέχνες Giulio Romano (1499-1546), Perino del Vaga (1501-1547) και Polidoro da Caravaggio (-1543), οι οποίοι ήταν όλοι ακόλουθοι του Ραφαήλ ανέδειξαν το Mανιεριστικό στυλ καθώς και o Parmigianino (1503-1540) με το αριστούργημα «Η Παναγία με τον Μακρύ Λαιμό» (1534–40) το οποίο αποτελεί εξέχον έργο της ωριμότητας του Μανιερισμού. Επίσης αξιοθαύμαστο είναι το έργο «Η Αποκαθήλωση» (1525–28) του Pontormo.
Δες τα έργα πιο κάτω:
Εν τω μεταξύ, ο Μανιερισμός εξαπλώθηκε εκτός Ιταλίας σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, όπου προσαρμόστηκε στις τοπικές καλλιτεχνικές παραδόσεις. Ο Rosso μετέφερε το στυλ στη Γαλλία το 1530 και ακολούθησε εκεί δύο χρόνια αργότερα ο Francesco Primaticcio (1504-1570), ο οποίος ανέπτυξε μια σημαντική γαλλική παραλλαγή του Μανιερισμού στις διακοσμήσεις, φιλοτεχνώντας στη γαλλική βασιλική αυλή στο Fontainebleau. Στη Γαλλία δημιουργήθηκε η λεγόμενη Σχολή του Φοντενεμπλώ (γαλλικά: L’École de Fontainebleau), που επικεντρώθηκε στο Ανάκτορο του Φονταινεμπλώ (γαλλ.: Château de Fontainebleau), από ζωγράφους που ασχολήθηκαν κυρίως με τη διακόσμηση του ανακτόρου κατά παραγγελία των βασιλέων της Γαλλίας, χρησιμοποιώντας φυσικά Μανιεριστικό στυλ.

Στην Ισπανία κύριος εκπρόσωπος του Μανιερισμού είναι ο πασίγνωστος El Greco με καταγωγή από την Κρήτη, που εργάστηκε κυρίως στο Τολέδο. Γνωστό του Μανιεριστικό έργο «Η Άποψη του Τολέδο» (1596–1600):

Στην Ολλανδία και στις Φλαμανδικές περιοχές, οι καλλιτέχνες χρησιμοποιούν πιο ψυχρά χρώματα και οι παραστάσεις ήταν συχνά πιο περίπλοκες. Εκπρόσωποι του Μανιερισμού των Κάτω Χωρών είναι ο Ολλανδός Maarten van Heemskerck (1498-1574) και Φλαμανδός Bartholomeus Spranger (1546-1611), ο οποίος εργάστηκε και στην Αυλή της Πράγας. Ενώ, στη Γερμανία και Κεντρική Ευρώπη, ο Μανιερισμός συνδέθηκε με τη λογοτεχνία, τον ακαδημαϊσμό και την αυλική τέχνη, με πλούσια διακοσμητικά στοιχεία, με θρησκευτικό και αλληγορικό χαρακτήρα.
Ο Μανιερισμός ως καλλιτεχνικό ρεύμα τέλειωσε γύρω στο 1600, με την άνοδο των ζωγράφων Caravaggio και Annibale Carracci, οι οποίοι εισήγαγαν το Μπαρόκ στυλ.