Μετά την απόρριψη του σχεδίου Μακμίλλαν από την ελληνική κυβέρνηση και τον Μακάριο, οι Άγγλοι έδειχναν αποφασισμένοι να το εφαρμόσουν μονομερώς. Η μονομερής εφαρμογή αυτού του σχεδίου προκάλεσε μεγάλο προβληματισμό στον Μακάριο, γιατί πίστευε ότι αυτό το σχέδιο ήταν καταστροφικό για τους Ελληνοκύπριους και το μέλλον τους. Εκτός του ότι τριχοτομούσε την Κύπρο και απέκλειε για πάντα την ένωση, πίστευε ότι αυτό το κακό σχέδιο γινόταν κάκιστο αν εφαρμοζόταν στην απουσία των Ελληνοκυπρίων και ελλόχευε ο κίνδυνος της διχοτόμησης. Δηλαδή θα άφηνε την Κύπρο με τρεις αφέντες και τους Ελληνοκυπρίους ουραγούς των εξελίξεων. Παράλληλα θα απογοήτευε τον κυπριακό λαό και θα προκαλούσε μεγαλύτερη μαχητική αντίδραση, που θα έφερνε περισσότερο αίμα νέων ανθρώπων και καταστροφές χωρίς νόημα, αφού η ένωση είχε οριστικά αποκλειστεί από όλους, της Ελλάδας μη εξαιρουμένης.
Όλα αυτά έφερναν στον Μακάριο πολλή πίεση και αδιέξοδο, το οποίο έψαχνε τρόπο να το σπάσει. Η ευκαιρία του δόθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου του 1958 στην Αθήνα, όταν έδωσε συνέντευξη στην Αγγλίδα δημοσιογράφο-βουλευτή και αντιπρόεδρο του αντιπολιτευόμενου Εργατικού Κόμματος της Αγγλίας Μπάρμπαρα Κασλ. Στη συνένευξη αυτή ο Μακάριος βρήκε την ευκαιρία να κάνει ένα άνοιγμα για συμβιβαστική λύση, που από τη μια θα απέτρεπε τη μονομερή εφαρμογή του σχεδίου Μακμίλλαν και από την άλλη δεν θα άφηνε εκτός παιχνιδιού τους Ελληνοκυπρίους. Οι δηλώσεις του στην Μπάρμπαρα Κασλ θεωρούνται από τις πιο σημαντικές δημόσιες δηλώσεις του Μακαρίου σχετικά με το κυπριακό, αλλά και προπομπός της λύσης Ζυρίχης-Λονδίνου που ακολούθησε. Με την ένωση να φεύγει από το τραπέζι, οι επιλογές, κατά τον Μακάριο, ήταν δύο: τριχοτόμηση ή ανεξαρτησία. Έτσι στη συνέντευξη άφησε για πρώτη φορά να εννοηθεί ότι θα μπορούσε να αποδεχθεί μια μορφή ανεξαρτησίας ως ενδιάμεση λύση, εφόσον αυτή θα εξασφάλιζε τα δικαιώματα του κυπριακού λαού και την αποχώρηση των Βρετανών αποικιοκρατών.
Τα κύρια σημεία της συνέντευξης αυτής ήταν:
- Ο παραμερισμός των κυβερνήσεων Ελλάδας και Τουρκίας από τις διαπραγματεύσεις.
- Η διεξαγωγή των διαπραγματεύσεων απευθείας μεταξύ κυπριακού λαού και αγγλικής κυβέρνησης.
- Ο καθορισμός περιορισμένης χρονικής διάρκειας αυτοκυβέρνησης.
- Με τη λήξη της περιόδου αυτοκυβέρνησης, η Αγγλία να παράσχει πλήρη ανεξαρτησία στην Κύπρο, χωρίς τη δυνατότητα μεταβολής της ανεξαρτησίας είτε με ένωση είτε με διχοτόμηση.
- Κάθε μεταβολή του καθεστώτος ανεξαρτησίας να μπορεί να γίνει μόνο μέσω των Ηνωμένων Εθνών.
- Έκτο και πιο σημαντικό: Όχι σε εγγυήσεις της Ελλάδας, της Τουρκίας και της Αγγλίας, αλλά εγγυήσεις από τα Ηνωμένα Έθνη, με κατοχυρωμένα πλήρως τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων ως μειονότητα.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η στροφή του Μακαρίου, που κατά ένα μέρος του πληθυσμού της Κύπρου αποτελεί υποχώρηση και κατά άλλο μέρος αποτελεί έξυπνη τακτική αντιμετώπισης των δυσμενών εξελίξεων, δεν ήταν η πρώτη στροφή που έγινε την δεκαετία του 1950, και κυρίως μετά την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ. Ο αρχικός στόχος ήταν η Ένωση και μόνον Ένωση, μετά ο στόχος έγινε αυτοδιάθεση-ένωση, στη συνέχεια έγινε αυτοδιάθεση (με λιγότερη ή καθόλου έμφαση στην ένωση) και κατέληξε στην υιοθέτηση της ανεξαρτησίας.
Η δημοσίευση της συνέντευξης του Μακαρίου έπεσε σαν κεραμίδα σε Κύπρο και Ελλάδα, αφού κανείς δεν γνώριζε από πριν τις προθέσεις του. Από τους Κύπριους πρώτος και έντονα αντέδρασε ο στενός συνεργάτης του Μακαρίου Νίκος Κρανιδιώτης, ο οποίος τον επισκέφτηκε αμέσως μόλις είδε τη συνέντευξη καιεξέφρασε έντονη αντίθεση επειδή: α. Σε λίγες μέρες θα εσυζητείτο στα Ηνωμένα Έθνη το Κυπριακό και θα μπορούσε να τεθεί εκεί αυτή η στροφή, με προφανές πολιτικό κέρδος για την Κύπρο, και β. Δεν ήταν ο ενδεδειγμένος τρόπος να σταλεί αυτό το μήνυμα στην αγγλική κυβέρνηση, μέσω ενός ηγετικού μέλους της αγγλικής αντιπολίτευσης. Ο Μακάριος συμφώνησε με τις επισημάνσεις του Κρανιδιώτη και του είπε ότι την επόμενη μέρα θα υπόβαλλε επίσημα την πρότασή του στην αγγλική κυβέρνηση μέσω της αγγλικής πρεσβείας της Αθήνας. Και ο αρχηγός της ΕΟΚΑ στρατηγός Γεώργιος Γρίβας αντέδρασε έντονα με τη συνέντευξη του Μακαρίου. Παρά το ότι ο Μακάριος του έστειλε επιστολή με την οποία του εξηγούσε ότι στόχος του ήταν να αποφευχθούν οι συνέπειες από τη μονομερή εφαρμογή του σχεδίου Μακμίλλαν και να αποτραπεί η επαπειλούμενη διχοτόμηση, ο Γρίβας δεν πείστηκε και ήταν έντονα πικραμένος που ο Αρχιεπίσκοπος ενέργησε μόνος του, χωρίς να ρωτήσει κανέναν και χωρίς να διαβουλευθεί.
Έντονα επίσης αντέδρασε και η ελληνική κυβέρνηση, που αιφνιδιάστηκε από την κίνηση του Μακαρίου, με τον Ευάγγελο Αβέρωφ να δηλώνει ότι “είναι κρίμα να προτείνει ο Αρχιεπίσκοπος την ανεξαρτησία ως λύση, χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με την ελληνική κυβέρνηση”. Η ελληνική κυβέρνηση, η οποία με την τοποθέτηση του Μακαρίου επί της ουσίας συμφωνούσε, πίστευε ότι η πρόταση αυτή δεν έπρεπε να προέλθει από τον Μακάριο αλλά από τρίτους, ώστε ο Μακάριος να την αποδεχθεί και η Κύπρος να αποκομίσει πολιτικά οφέλη.
Σημασία της συνέντευξης
Η συνέντευξη αυτή θεωρείται κομβική, καθώς αποκάλυψε την πρώτη μεγάλη αλλαγή στη στάση του Μακαρίου. Ενώ προηγουμένως είχε ταχθεί κατηγορηματικά υπέρ της ένωσης, οι δηλώσεις του στην Μπάρμπαρα Κασλ έδειξαν ότι ήταν διατεθειμένος να εξετάσει μια συμβιβαστική λύση, εφόσον αυτή θα ήταν δίκαιη. Φυσικά, σύμφωνα με τον Κρίτωνα Τορναρίτη, ο Μακάριος άρχισε να προσανατολίζεται προς την ιδέα της ανεξαρτησίας από τον καιρό που ήταν εξόριστος στις Σεϋχέλλες, αλλά δεν είχε εκφράσει ποτέ πριν τις σκέψεις του δημοσίως.
Αυτή η μετατόπιση προετοίμασε το έδαφος για την αποδοχή των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου το 1959, οι οποίες κατέστησαν την Κύπρο ανεξάρτητο κράτος. Ωστόσο, η θέση του για την ανεξαρτησία παρέμεινε συμβιβαστική, καθώς αρχικά την έβλεπε ως ένα προσωρινό στάδιο και όχι ως τον τελικό στόχο.