Κυριάκο, χαίρομαι αφάνταστα που μας δίνεται αυτή η όμορφη ευκαιρία να κάνουμε σήμερα αυτή τη συνέντευξη. Είσαι ένας αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας που έχει κατορθώσει πολλά στην προσωπική και την επαγγελματική του καριέρα.
1. Θα ξεκινήσω από τα παιδικά σου χρόνια. Μίλησε μας λίγο γι’ αυτά. Την οικογένεια, τ’ αδέρφια σου, τους γονείς… τις συνθήκες διαβίωσης.
Σας ευχαριστώ πολύ που μου δίνετε την ευκαιρία να μιλήσω για τον εαυτό μου. Η αλήθεια είναι πως αυτό το κάνω πολύ σπάνια. Είναι από τις μετρημένες φορές που θα το κάνω.
Μεγάλωσα σε μια φτωχή πολύτεκνη οικογένεια. Είμασταν 6 αδέλφια, 5 αγόρια κι ένα κορίτσι. Τα δυο μεγάλα μου αδέλφια έφυγαν από τη ζωή. Ο πατέρας μου ήταν καφετζής και η μητέρα μου νοικοκυρά. Δύσκολα τα βγάζαμε πέρα. Η μανία της μητέρας μου, που ανκαι αμόρφωτη ήταν πολυμαθής, ήταν να μας δει σπουδασμένους. Έτσι με στερήσεις κι εργασία κατά τα φοιτητικά χρόνια, σπουδάσαμε οι 4 από τους 6. Μάλιστα οι 2 αναμείχθηκαν με την πολιτική και εκλέγηκαν και βουλευτές Λάρνακας.
Είμαι παντρεμένος με την Κατερίνα Γεωργίου εδώ και 41 χρόνια κι έχω έναν γιο, τον Άκη, που ζει κι εργάζεται στην Αθήνα.
2. Φεύγεις κάποια στιγμή για σπουδές. Πώς ήταν τα χρόνια της φοιτητικής ζωής; Σπούδασες φιλόλογος, να υποθέσω ότι αγαπούσες περισσότερο τα φιλολογικά και θεωρητικά μαθήματα;
Πήγα για σπουδές τον Δεκέμβριο του 1976, στα δύσκολα χρόνια αμέσως μετά τον πόλεμο. Ενώ υπηρετούσα τη θητεία μου, πήγα τα καλοκαίρια του 1975 και 1976 κι έδωσα τις εξεταστικές στο πανεπιστήμιο. Έτσι, όταν πήγα ήμουν ήδη στο τρίτο έτος. Είχα κερδίσει δυο χρόνια από τον στρατό. Μόλις πήγα για σπουδές έπιασα και δουλειά. Η αλήθεια είναι ότι τότε δεν αγαπούσα και τόσο τα φιλολογικά. Πάντα ονειρευόμουν τον εαυτό μου δικηγόρο. Όμως, επειδή ήμουν ο τρίτος στη σειρά, και τα 2 πιο μεγάλα αδέλφια μου ήταν ήδη δικηγόροι, θεώρησαν ότι και τρίτος δικηγόρος στην οικογένεια σε μια μικρή πόλη όπως η Λάρνακα ήταν εκτός συζήτησης. Έτσι ο αδελφός μου, ο οποίος ανέλαβε να με γράψει στο πανεπιστήμιο (δεν υπήρχαν τότε εισαγωγικές εξετάσεις, όποιος είχε απολυτήριο λυκείου μπορούσε να γραφτεί σε πανεπιστήμιο στην Ελλάδα), με ενέγραψε στη Φιλοσοφική Σχολή. Παρά την απογοήτευσή μου, φοίτησα κανονικά γιατί μου άρεσε πολύ η φιλοσοφία. Γι’αυτό και ακολούθησα τον φιλοσοφικό κλάδο. Και η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν το μετάνιωσα. Δεν λένε ότι στη ζωή όλα γίνονται για κάποιο λόγο; Έτσι έγινε και στη δική μου περίπτωση.
3. Παίρνεις την απόφαση να εγκατασταθείς μόνιμα στην Αθήνα. Να εργαστείς και να διαπρέψεις. Τι έχεις να θυμάσαι γι’ αυτή σου την απόφαση;
Όπως είπα και πιο πάνω, στη διάρκεια των σπουδών μου δούλευα. Εκτός από το αρχικό στάδιο, στη συνέχεια οι δουλειές που έκανα είχαν να κάνουν με βιβλία. Δούλευα σε ονομαστούς εκδοτικούς οίκους της εποχής, όπως οι Εκδόσεις Πατάκη, Εκδόσεις Διαγόρα, Εκδόσεις Καμπανά, Εκδόσεις Γιάννη Ρίζου, Εκδόσεις Βαδέκη και Εκδόσεις Δραγούμη. Έτσι, μετά που πήρα το πτυχίο μου ήταν φυσική συνέπεια η παραμονή μου στην Αθήνα. Έκανα επιμέλειες βιβλίων και διορθώσεις κειμένων, ενώ παράλληλα έγραφα κι εγώ βοηθήματα για μαθητές, λεξικά, βιογραφίες και μια εγκυκλοπαίδεια. Μάλιστα το Πρώτο Μονοτονικό Λεξικό που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα το 1981 εγώ το είχα γράψει. Όλα αυτά με έκαναν να αγαπήσω πολύ το βιβλίο και κυρίως να το μάθω καλά. Η Αθήνα για μένα ήταν ένα απέραντο πανεπιστήμιο όσον αφορά τις γνώσεις μου και τις σχέσεις μου με τα βιβλία. Μετά αποφάσισα να κάνω το δικό μου τυπογραφείο για εκδόσεις, αλλά όχι μόνο για εκδόσεις. Τότε ήρθαν και με βρήκαν στην Αθήνα ο εκδότης της Αλήθειας Φρίξος Κουλέρμος και ο Γλαύκος Κληρίδης, τους οποίους φυσικά γνώριζα, και μου είπαν να βγάλουμε τα βιβλία του Γλαύκου Κληρίδη “Η κατάθεσή μου”. Βγάζαμε βιβλία και τα στέλλαμε στην Κύπρο και μέχρι να φτάσουν, ερχόταν άλλη παραγγελία. Είναι το βιβλίο με τις πιο πολλές πωλήσεις στην Κύπρο. Μόνο ο πρώτος τόμος εκτυπώθηκε σε πάνω από 40.000 αντίτυπα. Περίπου ίδιους αριθμούς είχαν και ο δεύτερος με τον τρίτο τόμο.
Τότε ο κ. Κουλέρμος μου έβαλε την ιδέα να επιστρέψω στην Κύπρο. Την ίδια ιδέα, με πιο έντονο τρόπο, μου έβαλε και ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Αλέκος Μιχαηλίδης, ο οποίος με υπεραγαπούσε. Έτσι, και για να μεγαλώσει ο γιος μου στην Κύπρο, αφού τότε ήταν 6 χρονών και θα πήγαινε σχολείο, πήραμε την απόφαση να επιστρέψουμε στην Κύπρο και να κάνω εδώ τυπογραφείο. Όταν επέστρεψα, είχα στα χέρια μου δύο δουλειές. Η μια ήταν ο 4ος τόμος του βιβλίου του Γλαύκου Κληρίδη και η άλλη ήταν τα ξενοδοχεία που διατηρούσε στην Πάφο ο Αλέκος Μιχαηλίδης, ο οποίος έδωσε εντολή να γίνουν πελάτες μου μόλις ανοίξω το τυπογραφείο. Μετά από τις προτροπές αυτές, κι επειδή οικονομικά ήμουν σε καλή κατάσταση λόγω της δουλειάς μου, κι επειδή ήδη η γυναίκα μου είχε βρει δουλειά στην Αμερικανική Ακαδημία Λάρνακας ως καθηγήτρια, πήραμε την απόφαση να επιστρέψουμε.
4. Το μετάνιωσες ποτέ;
Όχι δεν το μετάνιωσα. Παρά το ότι η Αθήνα είναι ένα κομμάτι της ζωής μου, και παρά το ότι ο γιος μου ζει κι εργάζεται εκεί, προτιμώ την ηρεμία και την ήσυχη ζωή της Κύπρου παρά τους έντονους ρυθμούς της Αθήνας. Όμως πάντα για μένα η Αθήνα είναι ένα σημείο αναφοράς για την πορεία που ακολούθησα στη ζωή μου και πάντα θα την έχω μέσα μου. Κι εννοείται ότι όποτε βρίσκω χρόνο την επισκέπτομαι και την χαίρομαι.
5. Ιδρύεις με μεγάλη επιτυχία το τυπογραφείο Negresco στη Λάρνακα. Ήταν όνειρο ζωής; Πες μας λίγο για την ιστορία του τυπογραφείου και την τέχνη της εκτύπωσης στην Κύπρο.
Το τυπογραφείο Negresco ήταν ένα μικρό τυπογραφείο στη Λάρνακα. Ερχόμενος στην Κύπρο για να δημιουργήσω τυπογραφείο, σκέφτηκα ότι θα ήταν προτιμότερο να αγοράσω ένα έτοιμο τυπογραφείο, έστω και μικρό, με κάποια πελατεία κι έτοιμα μηχανήματα, παρά να δημιουργήσω ένα από την αρχή. Έτσι έψαξα και βρήκα ότι το συγκεκριμένο τυπογραφείο βρισκόταν σε αναζήτηση αγοραστή. Μόλις το άκουσα, το αγόρασα αμέσως. Βρισκόταν σε μια στοά στο κέντρο της Λάρνακας. Επειδή όμως εγώ ήθελα να ασχοληθώ με εκδόσεις βιβλίων, αφού σε λίγο διάστημα έπρεπε να εκδώσουμε τον τέταρτο τόμο της Κατάθεσης, κι επειδή η έκδοση βιβλίων θέλει άνετους, μεγάλους και λειτουργικούς χώρους, άρχισα να χτίζω ιδιόκτητο εργοαστασιακό χώρο στη Βιομηχανική Περιοχή Αραδίππου. Και τον Οκτώβριο του 1991 μεταφερθήκαμε στο χώρο που βρισκόμαστε σήμερα. Έτσι το επέκτεινα και το μεγάλωσα, ασχολούμενος κυρίως με εκδόσεις, χωρίς να παραμελούμε και τις άλλες τυπογραφικές εργασίες.
Η τέχνη της εκτύπωσης στην Κύπρο τα πρώτα χρόνια που ήρθα δεν ήταν σε ικανοποιητικά επίπεδα. Τα βιβλία τότε τα έκαναν καρφωτά. Ραφτά βιβλία έκαναν μόνο όσοι ασχολούνταν με το βιβλίο σχεδόν αποκλειστικά. Οι τεχνίτες μας, παρά το ότι δούλευαν με μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας, δεν κοίταζαν τόσο την ποιότητα, όσο την ταχύτητα παραγωγής. Σε αντίθεση με αυτά που ζούσα στην Αθήνα, όπου οι εκεί τεχνίτες με μηχανήματα περασμένων δεκαετιών έβγαζαν εργασίες υψηλής τυπογραφικής ποιότητας. Αυτό βέβαια είχε να κάνει και με τις απαιτήσεις του πελάτη. Τότε οι πελάτες δεν είχαν ιδιαίτερες απαιτήσεις όσον αφορούσε τις εκτυπώσεις. Με τον καιρό όλα αυτά άλλαξαν. Σήμερα, και με τις τεχνολογίες που υπάρχουν, οι πελάτες έγιναν πολύ απαιτητικοί, με αποτέλεσμα να ανέβει και το επίπεδο της τυπογραφίας μας και σήμερα η κυπριακή τυπογραφία να μην έχει να ζηλέψει τίποτα και από καμιά χώρα.
6. Τι ζητά ένας δημιουργός ερχόμενος στο τυπογραφείο σου; Ποιες είναι οι απαιτήσεις;
Ο Κύπριος δημιουργός δεν ζητά πολλά πράγματα. Ζητά κυρίως σεβασμό στο έργο του, καλή ποιότητα, καλές τιμές και παράδοση σε λογικά πλαίσια. Είναι πολύ συνεργάσιμος και βοηθά από τη μεριά του ώστε να βγάζουμε κάθε φορά το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Οι δημιουργοί είναι πνευματικά άτομα, και με τα πνευματικά άτομα πάντα είναι χαρά του τυπογραφείου μας να συνεργαζόμαστε. Πάντα τους αντιμετωπίζουμε με σεβασμό κι εκτίμηση.
7. Γράφουν οι Κύπριοι, πόσο δημιουργικοί θεωρείς ότι είναι και πού στοχεύουν;
Οι Κύπριοι είναι πολύ δημιουργικοί. Είναι πολλοί αυτοί που γράφουν. Παλαιότερα, πολλοί από αυτούς δίσταζαν να εκδώσουν τα έργα τους επειδή αφενός το κόστος μιας έκδοσης ήταν ψηλό και αφετέρου τους τρόμαζε λίγο η δημοσιότητα που έπαιρνε μια έκδοση βιβλίου, ειδικά στον κύκλο τους. Τώρα τα πράγματα είναι διαφορετικά. Το κόστος μιας έκδοσης μειώθηκε και δεν είναι απαγορευτικό, ενώ με τις νέες τεχνολογίες μπορεί κάποιος να εκτυπώσει λίγα αντίτυπα, για τον οικογενειακό, προσωπικό και κοινωνικό του κύκλο. Έτσι όλο και περισσότεροι το τολμούν και η εργογραφία μας εμπλουτίζεται συνεχώς με πολλά και πολύ αξιόλογα έργα.
8. Ήσουν αυτός ο οποίος εμπιστεύτηκε το πολύ σπουδαίο βιβλίο του: Η Κατάθεσή μου, ο αείμνηστος Γλαύκος Κληρίδης. Πες μας για αυτή την υπέροχη σχέση που γνωρίζω ότι είχατε.
Ο Γλαύκος Κληρίδης ήταν για μένα το πιο μεγάλο πανεπιστήμιο. Μεγαλύτερο πανεπιστήμιο από τη ζωή, μεγαλύτερο πανεπιστήμιο και από το πανεπιστήμιο που σπούδασα. Είχα την τιμή και την ευτυχία να τον γνωρίσω πολύ νεαρός, στα φοιτητικά μου χρόνια. Πάντα, και στην πιο απλή κουβέντα, είχες πράγματα να μάθεις από τον Γλαύκο Κληρίδη. Εκτός του ότι ήρθαμε και πολύ κοντά όταν βγάζαμε την Κατάθεση, ήρθαμε ακόμα πιο κοντά μετά την προεδρία του που είχε χρόνο. Ερχόταν σχεδόν καθημερινά στο τυπογραφείο για χρόνια, πίναμε τον καφέ μας και συζητούσαμε για τα πάντα. Μετά την προεδρία του βγάλαμε ακόμα ένα βιβλίο, το “Ντοκουμέντα μιας εποχής 1993-2003”, που αφορούσε τη διακυβέρνησή του και που επίσης πούλησε πολλές χιλιάδες αντίτυπα. Νιώθω πολύ τυχερός κι ευλογημένος που ένας τόσο μεγάλος άνδρας με τίμησε με τη φιλία του. Τον έχω φυλακτό στην καρδιά μου.
9. Ενημερώνεσαι και αναμιγνύεσαι στα πολιτικά δρώμενα της πατρίδας μας. Δύο αδέρφια σου υπήρξαν βουλευτές στον Δημοκρατικό Συναγερμό. Ποια η άποψή σου για την τωρινή πολιτική σκηνή;
Η αλήθεια είναι ότι τώρα δεν αναμιγνύομαι πια. Παρακολουθώ αυτά που συμβαίνουν, έχω άποψη, την εκφράζω σε κάποιους αξιωματούχους αλλά ως εκεί. Δυστυχώς στην Κύπρο η πολιτική μας και οι πολιτικοί μας δεν προσέχουν τον απλό άνθρωπο. Το επίπεδο φτώχειας που υπάρχει είναι ανεπίτρεπτα υψηλό για μια χώρα όπως η Κύπρος, οι μισθοί και οι συντάξεις είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα και η ζωή στην Κύπρο είναι μόνο για τους προνομιούχους. Αν επικεντρωθούμε να τα διορθώσουμε αυτά, αφενός θα τα καταφέρουμε εύκολα και αφετέρου η Κύπρος θα γίνει μια χώρα υπόδειγμα. Η διαφθορά όμως και η διαπλοκή καλά κρατούν κι έχουν δεμένη την Κύπρο στην αφετηρία. Και το λυπηρό είναι ότι και η νέα γενιά που μπαίνει στην πολιτική, αντί να μπολιάσει τους παλαιούς πολιτικούς με νέες ιδέες ώστε το κράτος να προχωρήσει μπροστά, μπολιάζεται η ίδια από τους παλαιούς πολιτικούς κι έτσι, στο προβλεπτό μέλλον, δεν φαίνεται να υπάρχει ελπίδα.
10. Με ποια ευχή θα ήθελες να κλείσουμε αυτή τη συνέντευξη;
Πέρα από τη συνηθισμένη ευχή, να βρεθεί μια λύση στο κυπριακό ώστε να μπορούν να συνεχίσουν τα παιδιά και τα εγγόνια μας τη ζωή τους σε αυτό το μέρος που λέγεται Κύπρος, χωρίς ανασφάλεια και φόβο, εύχομαι κάποια στιγμή η πολιτική και οι πολιτικοί μας να νοιαστούν για τον απλό άνθρωπο ώστε να γίνει η Κύπρος μια ευημερούσα χώρα και όχι μια χώρα με ποσοστό φτώχειας κοντά στο 30%.
Κλείνοντας θέλω να εκφράσω ένα μεγάλο ευχαριστώ στο προσωπικό της εταιρείας μου, που με υψηλό επαγγελματικό ζήλο μοχθεί καθημερινά ώστε η ποιότητα των εργασιών μας να βρίσκεται σε ζηλευτά επίπεδα. Την θεωρώ την καλύτερη ομάδα. Ρεβέκκα, Ελένη, Κατερίνα, Μαρίνα, σας ευχαριστώ θερμά.